 |
|

Ιατρικές Ερωτήσεις > Κερατοειδής
Τι είναι ο κερατοειδής?
Ο κερατοειδής είναι η πρόσθια διάφανη μεμβράνη
του οφθαλμού η οποία καλύπτει την ίριδα και την κόρη. Αποτελεί
το πιο ευαίσθητο τμήμα του οφθαλμού και ένα από τα βασικότερα
μέρη του για την καλή εστίαση των αντικειμένων, έχοντας τη μεγαλύτερη
διοπτρική ισχύ. Ο κερατοειδής επιτρέπει στο φως να μπει στο εσωτερικό
του ματιού και μας δίνει τη δυνατότητα να βλέπουμε καθαρά. Αποτελείται
από 5 διαφορετικές στοιβάδες (επιθήλιο, στιβάδα του Bowman, στρώμα,
δεσκεμέτιος μεμβράνη, ενδοθήλιο), πολλές νευρικές απολήξεις και
δεν προστατεύεται συνεχώς από τα βλέφαρα. Συνεπώς, υπάρχει μεγάλος
κίνδυνος τραυματισμού ή μολύνσεών του και έστω ένας πολύ μικρός
τραυματισμός του προκαλεί έντονο πόνο, ερεθισμό, θολερότητα της
όρασης, δακρύρροια και φωτοφοβία. Τα φυσιολογικά δάκρυα είναι
εκείνα τα οποία προστατεύουν τον κερατοειδή από την ξήρανση και
τις διάφορες μολύνσεις. Γενικά, οι τραυματισμοί, οι μολύνσεις,
οι κληρονομικές παθήσεις, η έλλειψη δακρύων και οι χειρουργικοί
τραυματισμοί (κυρίως μετά από γλαύκωμα ή καταρράκτη) μπορούν να
προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα στον κερατοειδή (στις στιβάδες του)
με αποτέλεσμα την ελάττωση της όρασης, και επί καταστροφής του
κερατοειδή (υπό την προϋπόθεση ότι δεν μπορεί να γίνει μεταμόσχευση
του κερατοειδούς) μέχρι και την ολική τύφλωση.
Υπάρχουν πάρα πολλές παθήσεις και δυστροφίες
του κερατοειδούς. Στην συγκεκριμένη ενότητα, θα αναλύσουμε κάποια
είδη κερατίτιδας (βακτηριδιακή, από ακανθαμοιβάδα, από ιούς) που
αφορούν στη φλεγμονή του κερατοειδούς και δυστροφίες όπως τον
κερατόκωνο, την γεροντότοξο, την κερατόσφαιρα και την ενδοθηλιακή
δυστροφία του Fuchs.
Αξίζει να σημειωθεί πως η έγκαιρη πρόληψη
είναι το κλειδί για την αντιμετώπιση σοβαρών παθήσεων του οφθαλμού
και της όρασής μας.
|
Ποιες είναι οι πιο συχνές κερατίτιδες,
ποια τα συμπτώματα και πώς αντιμετωπίζονται?
Οι κερατίτιδες αφορούν στην φλεγμονή του
κερατοειδούς από μικρόβια (βακτήρια, μύκητες) και ιούς. Οι πιο
συχνές μορφές κερατίτιδας είναι οι εξής:
- Βακτηριδιακή κερατίτιδα (μικροβιακή κερατίτιδα): Για να γίνει
μία βακτηριδιακή κερατίτιδα (δηλαδή κερτατίτιδα από παθογόνα
μικρόβια – βακτηρίδια) θα πρέπει να υπάρχει απώλεια της ακεραιότητας
του επιθηλίου, δηλαδή ένα τραύμα στην εξωτερική στοιβάδα του
κερατοειδούς. Η απώλεια αυτή του επιθηλίου μπορεί να προκληθεί
από τραυματισμό του ματιού μας. Επίσης, η παρατεταμένη χρήση
μαλακών ή σκληρών φακών επαφής αποτελεί συχνό παράγοντα για
δημιουργία κερατίτιδας σε ασθενείς χωρίς κάποιο προηγούμενο
οφθαλμολογικό πρόβλημα. Τέλος, υπάρχουν κάποια νοσήματα του
οφθαλμού (πχ μεθερπικό έλκος, ξηρός οφθαλμός κ.α. ) τα οποία
διακόπτουν τους μηχανισμούς άμυνας του ματιού και αφήνουν τα
βακτηρίδια να μολύνουν τον κερατοειδή. Συχνά συμπτώματα της
βακτηριδιακής κερατίτιδας είναι πόνος, ερυθρότητα, δακρύρροια
και ένα λευκό στίγμα πάνω στον κερατοειδή (έλκος κερατοειδή).
Η αντιμετώπιση της συγκεκριμένης κερατίτιδας γίνεται με ειδική
αντιβιοτική φαρμακευτική αγωγή η οποία συνιστάται από τον οφθαλμίατρο.
- Κερατιτίδα από ακανθαμοιβάδα (μικροβιακή κερατίτιδα): Είναι
μία σπάνια και σοβαρή λοίμωξη του κερατοειδούς από ακανθαμοιβάδα
η οποία αν δεν διαγνωστεί και αντιμετωπιστεί σωστά μπορεί να
οδηγήσει σε απώλεια όρασης ή και ολική τύφλωση. Η ακανθαμοιβάδες
είναι πρωτόζωα που ζουν ελεύθερα στον αέρα, το έδαφος και στα
ρέοντα ή λιμνάζοντα νερά. Είναι πολύ ανθεκτικές ακόμα σε χλωριωμένο,
πολύ ζεστό ή πολύ κρύο νερό. Αν υπάρχει μικρή ρήξη στον κερατοειδή,
το μάτι μπορεί να προσβληθεί από ακανθαμοιβάδα. Ιδιαίτερα οι
χρήστες των φακών επαφής θα πρέπει να αποφεύγουν τη χρήση των
φακών επαφής στην κολύμβηση χωρίς προστατευτική μάσκα, σε πισίνες,
λιμνάζοντα νερά, ποτάμια, γλυκά νερά καθώς επίσης να μην χρησιμοποιούν
νερό για το ξέπλυμα ή φύλαξη των μαλακών φακών επαφής. Τα συμπτώματα
της συγκεκριμένης κερατίτιδας είναι θολή όραση, δακρύρροια,
φωτοφοβία, πόνος στα μάτια, ερυθρότητα και αίσθηση ξένου σώματος.
Η αντιμετώπισή της πραγματοποιείται με ειδική φαρμακευτική αγωγή
(π.χ. αντιβιοτικά κολλύρια) και τήρηση συνθηκών υγιεινής σύμφωνα
με τον οφθαλμίατρο.
- Οφθαλμικός έρπης ζωστήρ (Κερατίτιδα από ιό του απλού έρπητα):
Γενικά, ο έρπης ζωστήρ είναι λοίμωξη η οποία προκαλείται από
τον ανθρώπινο ιό του έρπητα (δερματικό εξάνθημα από μικρές φυσαλίδες
με υγρό οι οποίες καταλήγουν σε εφελκίδες αφήνοντας συνήθως
ουλές). Η ανεμοβλογιά και ο ζωστήρ προκαλούνται από τον ίδιο
ιό αλλά δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι ο ζωστήρ μπορεί να αποκτηθεί
μετά από επαφή με άτομα που έχουν είτε ζωστήρ είτε ανεμοβλογιά.
Ο ζωστήρ προσβάλλει συνήθως άτομα μεγάλης ηλικίας και είναι
σπάνιος στα παιδιά. Ο έρπης ζωστήρ προσβάλλει συνήθως και νεύρα
γύρω από το μάτι, ή νεύρα που συνδέονται απευθείας με το βολβό
του ματιού με αποτέλεσμα να δημιουργείται ο οφθαλμικός έρπης
ζωστήρ προκαλώντας πολύ σοβαρές οφθαλμικές επιπλοκές (πχ έλκος
του κερατοειδούς, ενδοφθάλμια φλεγμονή) και έντονο πόνο στο
μάτι. Επίσης, οι ασθενείς οι οποίοι είναι θετικοί στον ιό HIV
παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο έρπητος ζωστήρος. Ο οφθαλμικός
έρπης ζωστήρ αντιμετωπίζεται με ειδική φαρμακευτική αγωγή (αντιϊκά
φάρμακα από το στόμα, κολλύρια, αλοιφές κτλ) η οποία δίνεται
από τον οφθαλμίατρο.
|
|
|
|
Τι είναι ο κερατόκωνος και πώς αντιμετωπίζεται?
Ο κερατόκωνος είναι μία αρκετά συνηθισμένη
πάθηση αγνώστου αιτιολογίας, κατά την οποία ο κερατοειδής του
ματιού προοδευτικά λαμβάνει ανώμαλο κωνικό σχήμα και μπορεί να
προκαλέσει σοβαρή διαταραχή της όρασης λόγω δημιουργίας ανώμαλου
αστιγματισμού. Ο κερατόκωνος ξεκινά από την ηλικία των 12 ετών
περίπου, εμφανίζεται ανεξαρτήτως φύλλου και εξελίσσεται μέχρι
περίπου την ηλικία των 35 ετών όπου και σταματά (με μικρές εξαιρέσεις).
Όσο νωρίτερα εμφανίζεται ο κερατόκωνος, τόσο πιο πολύ εξελίσσεται,
ενώ όσο πιο αργά εμφανίζεται, η εξέλιξή του είναι πιο βραδεία.
Κατά την εξέλιξη του κερατοκώνου ο ασθενής αρχίζει να μην έχει
καλή απόδοση με τα γυαλιά ή φακούς επαφής γιατί αυξάνεται ο αστιγματισμός.
Συνήθως, ο αστιγματισμός εμφανίζεται αρχικά στον έναν οφθαλμό
αλλά στο μεγαλύτερο ποσοστό των ασθενών κατά την διάρκεια της
εξέλιξης της πάθησης (μέχρι την ηλικία των 35 ετών), ο κερατόκωνος
εμφανίζεται και στους δύο οφθαλμούς. Το κύριο συμπτώμα του κερατόκωνου
είναι κακή ποιότητα της όρασης, η οποία δεν διορθώνεται με γυαλιά
ή με απλούς μη κερατοκωνικούς φακούς επαφής, με αποτέλεσμα να
έχουμε κάποιες φορές φωτοευαισθησία, πονοκεφάλους, ερεθισμό κ.α..
Ο κερατόκωνος, ανάλογα με το στάδιο της νόσου
και της κατάστασης, αντιμετωπίζεται με διορθωτικά γυαλιά, ειδικούς
τύπους φακών επαφής ή χειρουργική επέμβαση.
Πιο συγκεκριμένα, σε αρχόμενο κερατόκωνο μπορούμε
να έχουμε καλή απόδοση όρασης με διορθωτικά γυαλιά ή με μαλακούς
φακούς επαφής. Όταν όμως ο κερατόκωνος εξελίσσεται, η αποκλειστική
λύση για καλή και ποιοτική οπτική οξύτητα κατά τον κ. Βαρδαβά
είναι φακοί επαφής σκληρού τύπου όπως φακοί επαφής σκληροί αεροδιαπερατοί,
μαλακοημίσκληροι, ειδικοί κερατοκωνικοί φακοί επαφής Rose K, κτλ.
Σε δύσκολες περιπτώσεις κερατόκωνου γίνεται εφαρμογή φακών επαφής
τύπου ‘σάντουιτς’ (δηλαδή χρήση μαλακού φακού επαφής και σκληρού
αεροδιαπερατού φακού επαφής ταυτόχρονα – ο ένας πάνω στον άλλον-
τύπου Rose K, ή άλλος τύπος φακού επαφής σκληρού αεροδιαπερατού).
Συνεπώς, μόνο όταν ο κερατόκωνος είναι πλέον προχωρημένος ή όταν
ο κερατοειδής έχει καταστραφεί από κερατόκωνο με αποτέλεσμα οι
φακοί επαφής να μην μπορούν να προσφέρουν καλή οπτική οξύτητα,
ο κ. Βαρδαβάς συνιστά μεταμόσχευση του κερατοειδούς (κερατοπλαστική).
Τέλος, σε ειδικές περιπτώσεις και κάτω από
τις ανάλογες προϋποθέσεις, εφαρμόζεται μια νέα μέθοδος η οποία
συγκρατεί την εξέλιξη του κερατόκωνου και μειώνει τη χρήση των
ημίσκληρων φακών επαφής ή της μεταμόσχευσης το κερατοειδούς φέροντας
το όνομα ‘Διασύνδεση κολλαγόνου κερατοειδούς – Collagen Crosslinking
with UVA-Riviflavin’. Όμως, ακόμα δεν γνωρίζουμε τα αποτελέσματα
και τις συνέπειες της συγκεκριμένης μεθόδου καθώς επίσης ενδείκνυται
κυρίως για κερατόκωνο στο αρχικό του στάδιο.
|
Τι είναι η γεροντότοξο, η κερατόσφαιρα και η ενδοθηλιακή δυστροφία του Fuchs?
Το γεροντότοξο είναι η συνηθέστερη περιφερειακή
θόλωση του κερατοειδούς με εμφάνιση εναποθέσεων λιπιδίων. Σχετίζεται
με την ηλικία και βρίσκεται σε όλα σχεδόν τα άτομα άνω των 80
ετών.
Η κερατόσφαιρα είναι μία πολύ σπάνια πάθηση
η οποία ξεκινά κατά την γέννηση. Χαρακτηρίζεται από τη λέπτυνση
του κερατοειδούς στα άκρα και την προβολή του συνολικού κερατοειδούς,
οπ οποίος έχει φυσιολογικό μέγεθος. Σε κάποιες περιπτώσεις προκαλείται
ρήξη της δεσκεμέτιου μεμβράνης του κερατοειδούς ή ακόμα και ρήξη
όλου του κερατοειδούς λόγω της λεπτότητάς του.
Η ενδοθηλιακή δυστροφία του Fuchs είναι συχνότερη
σε γυναίκες παρά σε άντρες και εμφανίζεται στη μεγάλη ηλικία.
Αφορά στο οίδημα του κεντρικού στρώματος του κερατοειδούς λόγω
της μη αναπλήρωσης των ενδοθηλιακών κυττάρων με αποτέλεσμα τη
θολότητα της όρασης. Όταν το συγκεκριμένο οίδημα του στρώματος
αυξάνεται σε πάχος κατά 30% έχουμε τη λεγόμενη φυσαλιδώδη κερατοπάθεια
κατά την οποία σχηματίζονται φυσαλίδες που προκαλούν έντονο πόνο
όταν ‘σκάνε’.
|
|
|
 |